Πριν από 23-24 χρόνια όταν ξεκίνησε η ιδιωτική τηλεόραση στην Ελλάδα, ένα από τα πρώτα ιδιωτικά κανάλια πρόβαλλε μία ανατρεπτική για τα δεδομένα τηλεοπτική σειρά. Τους Αυθαίρετους.
Οι Αυθαίρετοι λοιπόν ήταν μια σειρά με μια πολύ απλή θεματολογία: Είναι δύο οικογένειες, του Αντρέα Χατζηγιώργη και του Κώστα Χατζηγιώργη (ουδεμία συγγένεια, αλλά όχι τυχαία συνωνυμία) οι οποίοι ζούνε στην ίδια πολυκατοικία και μισιούνται θανάσιμα.
Ο Κώστας Χ. (Χ. Βαλαβανίδης) ζει με τη γυναίκα του Σούλα (Ν. Τσακαρισιάνου) και την κόρη του Ούρσουλα (Θοδώρα όπως την αποκαλεί ο πατέρας της με μεγάλη ικανοποίηση) και είναι ιδιοκτήτης ενός εστιατορίου (“piano restaurant”) στην ίδια πολυκατοικία. Η γυναίκα του (που καταφέρνει να βγάζει μια εκπληκτικά μέτρια προσωπικότητα με όλες τις αδυναμίες ενός μέσου ανθρώπου, από ζήλια, φθόνο, χαρά κοκ) απεχθάνεται τη δουλειά της και τη μετριότητα της ζωής της.
Στο σπίτι του Αντρέα Χατζηγιώργη (Δ. Πουλικάκος) από την άλλη, έχουμε τον… χασοδίκη Αντρέα και την ημίτρελη γυναίκα του Ζανέτ (Β. Τριφύλλη) μαζί με την εις-αφασία αδερφή της Ελεονώρα. Ο Αντρέας ζει διπλή ζωή αλλά μένει με τη Ζανέτ καθώς οι δικηγορικές του ικανότητες είναι μάλλον θλιβερές και χρειάζεται… πόρους. Δυστυχώς γι’ αυτόν, οι δικαιολογίες του είναι μάλλον ανάλογες της δικηγορικής του ικανότητας και τρέχει να τα μπαλώσει με ψέμα πάνω στο ψέμα, με αποτέλεσμα να προκαλεί την οργή της γυναίκας του και της ερωμένης του.
Πόσο μισιούνται; Ας πούμε ότι η ζωή τους είναι να εξευτελίσουν και να εκμηδενίσουν ο ένας τον άλλο, από το τι ρούχα φοράνε μέχρι και το ποιος μπορεί να πληρώσει ψυχολόγο και υπηρέτρια για να υποδηλώσει οικονομική άνεση. Τα πράγματα αλλάζουν άρδην όταν ο αδερφός της Σούλας, ο Μπάμπης (Θ. Μάνεσης) έρχεται στην οικογένεια και μαζί με τον κουνιάδο του ξεθάβουν ένα σεντούκι με κατοχικές λίρες στο κτήμα του… Αντρέα Χατζηγιώργη.
Έκανα αυτήν την εισαγωγή για να δώσω μια ιδέα για το τι θα περιμένει να δει κάποιος στη σειρά, αλλά μου είναι αδύνατον να μεταφέρω πλήρως το κλίμα. Ο Βασίλης Νεμέας (σεναριογράφος) έχει καταφέρει να μεταδώσει μια εικόνα απίστευτης σάτιρας, κωμωδίας και μιας υποθάλπτουσας μιζέριας, η οποία περιγράφει χαρακτηριστικά τον μικρόκοσμο των δύο οικογενειών.
Κάποιος που θα καθίσει να δει σήμερα τη σειρά από την αρχή (υπάρχει στο youtube) για πρώτη φορά σίγουρα θα περιμένει κάτι πολύ διαφορετικό από αυτό που η σειρά είναι στην πραγματικότητα. Ο λόγος είναι ότι, καθώς μιλάμε για τα πρώτα βήματα της ιδιωτικής ελληνικής τηλεόρασης, κάποια πράγματα ήταν μάλλον αφελή, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ήταν και άσχημα απαραίτητα. Απεναντίας, αυτή η αφέλεια επέτρεψε στην σειρά να υιοθετήσει ένα μάλλον ρεαλιστικότερο πρόσωπο από μια μάλλον χαζοχαρούμενη κωμωδία που θα έβλεπε κανείς από το δεύτερο μισό της δεκαετίας του 90 και μετά.
Είναι εντυπωσιακή βλέποντας τη σειρά η παρατήρηση σχετικά με την πόλωση της τηλεόρασης. Μέχρι και πριν κάποια χρόνια, πρωτού δηλαδή τα ελληνικά κανάλια αναλωθούνε σε εισαγωγές ξένων σειρών λόγω της κρίσης, τα ίδια κανάλια παρήγαγαν είτε χαζοχαρούμενες κωμωδίες είτε υπερβολικά δράματα που επικεντρώνονταν στην μιζέρια τους. Οι Αυθαίρετοι συνδύαζαν την εν λόγω μιζέρια μαζί με κάποιες υπερβολικές καταστάσεις προσπαθώντας να επιτύχει κάτι πολύ ανώτερο από τη μέση ελληνική σειρά, κάτι που δεν έχει επιτευχθεί στο παρελθόν (με την εξαίρεση της πρώτης σεζόν του “Είμαστε στον Αέρα” που ήταν μια ακόμη εκπληκτική σειρά την οποία συνιστώ ανεπιφύλακτα).
Η σάτιρα στην πολιτική ζωή, ιδιαίτερα με την επερχόμενη “ενοποίηση της Ευρώπης του ’92” (όπως παρουσιάζεται στη σειρά) είναι ιδιαίτερα προσεκτική. Ξεκινώντας από τα ονόματα των πρωταγωνιστών (Αντρέας και Κώστας) τα οποία ταυτίζονται με τους προέδρους των δυο μεγάλων κομμάτων της εποχής, μέχρι και τους μάλλον αρχετυπικούς χαρακτήρες των Χατζηγιώργηδων.
Ενώ η πολιτική σάτιρα είναι διακριτική, προφανώς λόγω της νεότητας των καναλιών (παρ’ όλα αυτά παραμένει ισχυρότερη από οτιδήποτε μπορεί να βρει κανείς σήμερα) οι χαρακτήρες των αφεντικών αποτυπώνουν τους πιο εμφανείς χαρακτήρες του μέσου έλληνα εκείνης της εποχής.
1) Ο Αντρέας Χατζηγιώργης είναι άνθρωπος χαμηλών τόνων (που τονίζεται εκπληκτικά από την ηθοποιία του Πουλικάκου). Είναι ένας άνθρωπος χωρίς φιλοδοξίες και έρχεται σε τεράστια αντιπαράθεση με τη γυναίκα του (όπου κοιμάται και ζει με τα όνειρα και τις φιλοδοξίες της). Δεν ενδιαφέρεται να βελτιώσει τη ζωή του, απλά προσπαθεί να τη “βγάλει και φέτος” και να κάνει τον χαβαλέ του.
Ο Αντρέας, εκτός από επιπόλαιος είναι μάλλον και ελαφρώς ανόητος. Έχει ενίοτε κρίσεις ειλικρίνειας και… συζητάει με τη συνείδησή του στον καθρέφτη. Όταν η συνείδησή του τον επικρίνει για την ερωμένη του και για το ότι την κοροϊδεύει, αυτός “απαντάει” ότι “θέλω απλά να περνάω καλά”. Με δεδομένη όμως την ταλαιπωρία που τον έχουν οδηγήσει τα συνεχή ψέμματά του και τις συνεχείς χαμένες ευκαιρίες για να ξεμπλέξει, επιλέγει να επιμένει σε μια νοοτροπία η οποία τον οδηγεί σε περισσότερα προβλήματα παρά χαρές. Η ανικανότητά του και αδιαφορία του να προσπαθήσει λίγο παραπάνω σε συνδυασμό με την επιπολαιότητά του τον καταδικάζουν σε έναν αέναο κύκλο μιζέριας.
2) Ο Κώστας Χατζηγιώργης από την άλλη δε θα μπορούσε να είναι πιο διαφορετικός χαρακτήρας. Κοντός, νευρικός και φιλόδοξος, προσπαθεί να ανέβει από τα αλώνια στα σαλόνια με τον εύκολο τρόπο. Έχει καταφέρει κάποια πράγματα στη ζωή του (σε αντίθεση με τον Αντρέα) και ξέρει τη δουλειά του, αλλά δεν του φτάνουν. Θέλει να πετύχει το κάτι παραπάνω και να αποδείξει σε όλους την αξία του.
Μέχρι ενός βαθμού, αυτού του είδους η φιλοδοξία είναι μάλλον θετική, καθώς εγώ προσωπικά αναγνωρίζω σε αυτήν έναν άνθρωπο ο οποίος θα προσπαθήσει να καταφέρει κάποια πράγματα στη ζωή του. Αν ήθελα να το τραβήξω παραπάνω, θα χαρακτήριζα τον Αντρέα ως έναν άνθρωπο ο οποίος θα ήθελε να βολευτεί στο δημόσιο, ενώ τον Κώστα (μέχρι ενός βαθμού) ως έναν επιχειρηματία που θα ήθελε να πετύχει κάτι στη ζωή του.
Στην πραγματικότητα, ο Κώστας ξεφεύγει από αυτήν την ιδανική αντίληψη της υγειούς φιλοδοξίας. Το κίνητρό του για την επιτυχία είναι τα προσωπικά του κόμπλεξ που τον βασανίζουν. Όταν καταφέρνει να βρει τις λίρες και να νιώσει επιτυχημένος, το εύκολο χρήμα χειροτερεύει τον ήδη μίζερο χαρακτήρα του: Από εκεί που είναι ήδη ένα μάλλον κακό αφεντικό καταφέρνει να γίνει χειρότερος, ενώ ταυτόχρονα συμπεριφέρεται ως νεόπλουτος. Το εύκολο χρήμα αντί να του προσφέρει κάποια πλήρωση, του δημιουργεί περισσότερο άγχος για το πώς θα τα πολλαπλασιάσει. Δυστυχώς όμως, έχοντας ήδη μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του η οποία μεγαλώνει ακόμα περισσότερο με τα χρήματα τον οδηγεί σε βιαστικές κινήσεις όπου τον οδηγεί στο να χάσει τα λεφτά. Ανεμομαζώματα, διαολοσκορπίσματα.
3) Ο Μπάμπης από την άλλη εμφανίζεται ως ο πιο ισορροπημένος χαρακτήρας, βασισμένος σε αυτό που λέμε “street smart”, δηλαδή της πιάτσας (κάτι που θεωρούνταν πολύ θετικό χαρακτηριστικό το 80 και το 90). Έχοντας αντιμετωπίσει δυσκολίες στη ζωή του λόγω της χειρονακτικής δουλειάς και της επαφής με τον κόσμο, καταφέρνει όχι μόνο να είναι πιο υποψιασμένος από τους Χατζηγιώργηδες και να αποφεύγει τις ξεκάθαρες παγίδες, αλλά καταλήγει να είναι η φωνή της λογικής, καλύπτοντας τα κενά στον χαρακτήρα του Κώστα (και στο μέλλον του Αντρέα).
Ο Μπάμπης είναι μάλλον αδιάφορος ως χαρακτήρας ακριβώς γιατί δεν παρουσιάζει παρά ελάχιστα ελαττώματα. Από την άλλη, ο Κώστας και ο Αντρέας αντικατοπτρίζουν δύο νοοτροπίες που ήταν ιδιαίτερα έντονες μέχρι και πρόσφατα. Τα α λα Κώστας μίζερα αφεντικά που γίνονταν “κάποιοι” χωρίς προσπάθεια και μετά κατέληγαν βασιλικότεροι του βασιλέως αρχίζουν να εξαλείφουν σιγά σιγά. Από την άλλη, οι επιπόλαιοι βολεψάκηδες α λα Αντρέας διαπιστώνουν ότι το βόλεμα τελείωσε – πάει το δημόσιο, πάνε και οι κρατικοδίαιτοι.
Έχει αλλάξει κάτι πραγματικά στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια; Η άποψή μου είναι πως ναι, αλλά όχι για τον λόγο που φαντάζεστε. Απλά, οι “άρχοντες” έχουν εξελίξει το παιχνίδι. Οι Κώστηδες και οι Ανδρέηδες των 90s και της ευμάρειας δεν βολεύουν πια. Δείτε την ΕΡΤ. Έχουμε μια ξεκάθαρα αντιδημοκρατική απόφαση για μια περίεργη κατάσταση (το καθεστώς στην ΕΡΤ) και παρ’ όλα αυτά, κανείς δεν θα δηλώσει ανοιχτά ότι πιστεύει πως ο πρωθυπουργός είχε πραγματικά τη διαφάνεια και την εξυγίανση στο μυαλό του όταν προέβη στην εν λόγω κίνηση.
Κανείς όμως πλην ελαχίστων δεν παρατηρεί ότι η διασπορά της διχόνοιας και η επαναφορά του παλιού αλλά καλού “διαίρει και βασίλευε” εξυπηρετεί καλύτερα τους σκοπούς τους. Γιατί να ρισκάρει μια εξυγίανση όταν μπορεί πολύ εύκολα να διώξει τα “κατεστημένα”, να βάλει τους δικούς του και να χωρίσει τον υπόλοιπο κόσμο σε δύο στρατόπεδα, τραβώντας την προσοχή από πάνω του. Όταν το κόλπο δεν πουλάει και τόσο καλά, αμολύουμε τον μπαμπούλα της χρυσής αυγής και των αντεξουσιαστών (ανάλογα τη θεματολογία) και τη “σκαπουλάρουμε”.
Το μόνο μου ερώτημα είναι το πόσο γρήγορα θα προσαρμοστούμε στη νέα εκδοχή χαραμοφάηδων και απατεώνων. Οι Χατζηγιώργηδες εξαφανίζονται, όπως εξαφανίζεται η αίσθηση των “αιωνίων εχθρών” (βλ. ΠΑΣΟΚ και ΝΔ). Όσοι δε επιμένουν ότι η ιστορία επαναλαμβάνεται και περιμένουν μια παρόμοια εξέλιξη, είναι μάλλον αφελείς. Σαν τον επιπόλαιο Αντρέα και τον κομπλεξικό Κώστα.